Τρίτη 22 Αυγούστου 2017

ΨΑΧΝΩ



Μια ομιχλώδη ψιχάλα,
βλέπουν τα μάτια μου… παντού.
Τοπίο με δέντρα χωρίς φορεσιά
και ουράνιο θόλο, χωρίς φτερά.


Στην σκέψη διασχίζω τους ωκεανούς,
ηφαίστεια, οροσειρές και… ψάχνω, ψάχνω.
Ανείπωτα λόγια, στις γκριμάτσες και στους μορφασμούς,
εκεί που αυλακώνεται - καθρέφτισμα της ψυχής ο πόνος.


Με δάκρυα, παρηγοριάς
στα πέτρινα σκαλιά,
φυτεύω σπόρους απ’ ανθούς
που σφίξαμε μαζί στην αγκάλη μας.


Ξέρω πως τα μάτια σου κοιτούν
σαν φυλλωσιές βουβές,
στου ανέμου την δύναμη.
Σπαράζουν μακριά μου, πίσω από ένα χαμόγελο… χωρίς αξία.


Αστέρι θα γίνω
να δεις όλα τα όνειρα ξανά.
Να ακούσεις
τις ροές τις θάλασσας.


Άγγιγμα στην δεξιά γροθιά σου
να γεμίσεις και να με πιστέψεις.
Ήλιος σε σχήμα φωτοστέφανου
 ένδυμα χρυσής προστασίας.

Που υπάρχει! Σε σένα, σε μένα!
Σε ανθρώπους χωρίς επιρροές υπάρχει.
Άνοιξε ψυχή μου την αριστερή παλάμη σου
 να έρθει ο άνεμος, να γίνει θεριό.


 Να ελευθερώσει την πνοή που σου κλέψανε
τα ψέματα και οι υποκρισίες.
Εδώ στάσου και εγώ θα φυλάω την καρδιά σου.
Mέσα σε πολύτιμο άρωμα που ευωδιάζει,
από της απλότητας την μεγαλοσύνη.



 Β ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΡΑΒΕΙΟ 2017





                                                                             











                                                                             









Κυριακή 6 Αυγούστου 2017

Περίμενες... περίμενες πολύ




Περίμενες… περίμενες πολύ.
Μα καθόσουν αντίθετα από τον άνεμο
και δεν μπόρεσε να σ’ αντιληφθεί.
Και τ’ άρωμα του έρωτα
που κύκλωνε το κορμί σου
δεν μπόρεσε κανείς να το γευτεί.
Η ψυχή σου αδάμαστη αποζητούσε την θαλπωρή
και ήταν η καρδιά σου, έτοιμη ν’ αγαπηθεί.

Περίμενες …. Περίμενες πολύ.
Στη λίμνη σαν βυθίστηκες
λυτρωμό απ’ τα δάκρυα γύρευες … είχες πει.
Και ήταν νυχτιά, στην όχθη που ‘ρθε να σε βρει.
Κοχύλι που τραγούδαγε,
παράπονο που του ‘λεγε, νόμιζε ήσουν εσύ.
«Αγάπη που άργησες να ‘ρθεις»
σου είπε για απάντηση το άλλο πρωί.
Και εσύ που πίστεψες πως ήταν νωρίς, λόγο από το χρόνο γύρεψες…

«Αγάπη, γιατί άργησες να ‘ρθεις»;



Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Λυπήσου



Λυπήσου αυτόν που αγαπάει
και δεν μπορεί να αγαπηθεί.
Λυπήσου τη μάνα που γεννάει
και ο θάνατος της παίρνει το παιδί.
Λυπήσου το νέο που χαροπαλεύει
με μια ένεση στην σπασμένη φλέβα του, παραληρεί.
Λυπήσου τον άρρωστο που περιμένει
με αγωνία να εγχειριστεί.
Λυπήσου το γέρο
στην απομόνωση όταν ζει.
Λυπήσου τον εαυτό σου, όταν ποτέ
για κανέναν δεν έχει λυπηθεί.
Λυπήσου αυτούς που έφυγαν απ’ την ζωή.
Μα πιο πολύ λυπήσου...
 για αυτούς που μένουν μόνοι
και δεν έχουν κανέναν να τους λυπηθεί.